ΓΕΡΜΑΝΙΑ - η κρίση δεν αφορά τα βιολογικά

Η ζήτηση βιολογικών προϊόντων θεωρείται πλέον ανελαστική

Η συνοπτική επισκόπηση της γερμανικής αγοράς βιολογικών προϊόντων, της μεγαλύτερης σήμερα στην Ευρώπη, συντάχθηκε από τον προϊστάμενο του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του ελληνικού προξενείου στο Μόναχο κ. Χαράλαμπο Κουναλάκη και αποτυπώνει την κατάσταση στη Γερμανία τη χρονιά της όξυνσης της οικονομικής κρίσης, δείχνοντας πώς η ώριμη αγορά βιολογικών άντεξε στις πιέσεις, ενώ παρουσιάζει και χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες εξαγωγής ελληνικών προϊόντων εκεί.


Μέγεθος και τάσεις της αγοράς

Η αγορά βιολογικών προϊόντων στη Γερμανία κατά το 2009, λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, παρουσίασε, για πρώτη φορά μετά από δώδεκα χρόνια, επιβράδυνση και ένα επίπεδο τζίρου 5,85 δισ. ευρώ, στα ίδια επίπεδα περίπου με το έτος 2008, όταν στα δύο προηγούμενα έτη παρατηρήθηκε σημαντική ανάπτυξη διψήφιου ποσοστού, σύμφωνα με στοιχεία της γερμανικής υπηρεσίας πληροφόρησης για την αγορά αγροτικών προϊόντων ΑΜΙ. Η εξέλιξη στον κλάδο ήταν σαφώς καλύτερη από την αρνητική εξέλιξη στον γενικότερο κλάδο τροφίμων και ποτών, που υποχώρησε 2,5%. Σε αρκετά σούπερ μάρκετ και κυρίως στα εκπτωτικά (discounters), στα οποία διατίθεται και βιολογικά και συμβατικά, πολλοί καταναλωτές το 2009 προτίμησαν να επιλέξουν τελικά συμβατικά σε σχέση με βιολογικά προϊόντα και τούτο λόγω της σημαντικής διαφοράς τιμών μεταξύ τους. 

Αντίθετα, τα καταστήματα που πωλούν αμιγώς βιολογικά προϊόντα αύξησαν τα κέρδη τους το 2009 κατά 4%, παρότι τα κέρδη του κλάδου συνολικά παρέμειναν σταθερά. Στο σύνολο, παρατηρήθηκε μικρή αύξηση της κατανάλωσης κατά 2,4%, ενώ οι τιμές παρουσίασαν μείωση κατά 1%, ειδικά στις κατηγορίες φρούτα, λαχανικά και προϊόντα αρτοποιίας. Το ποσοστό συμμετοχής βιολογικών προϊόντων στη συνολική γερμανική αγορά προϊόντων διατροφής διαμορφώθηκε περίπου στο 4%. 

Γενικά, ο κλάδος των βιολογικών παρέμεινε δυναμικός, παρά την οικονομική κρίση, και η Γερμανία εξακολουθεί να παραμένει η σημαντικότερη ευρωπαϊκή χώρα όσον αφορά την παρουσία βιολογικών προϊόντων στην αγορά, ακολουθούμενη με μεγάλη διαφορά από τη Μεγάλη Βρετανία.  

Σχετική αισιοδοξία για αντιστροφή του κλίματος και αύξηση του τζίρου σημειώνεται για το 2010. Ανεξάρτητα εάν συνεχιστεί η κρίση, οι καταναλωτικές συνήθειες στην αγορά βιολογικών προϊόντων διατροφής θεωρούνται πλέον ως επί το πλείστον ανελαστικές στις οικονομικές πιέσεις. Είναι γεγονός ότι η στήριξη της βιολογικής καλλιέργειας στη Γερμανία από το κράτος είναι αμέριστη και εντατικοποιείται συνέχεια με νέες πρωτοβουλίες. 

Το 2009 ο αριθμός των βιολογικών μονάδων αυξήθηκε κατά 6% και έφθασε τις 21.000, η έκταση των καλλιεργειών κατά 5,2% και ο τζίρος στο εμπόριο βιολογικών προϊόντων κατά 4%. Επιπρόσθετα, ο αριθμός των καταστημάτων που διαθέτουν χώρο μεγαλύτερο των 300 τ.μ. αποκλειστικά για βιολογικά αυξήθηκε κατά 31%, με αποτέλεσμα ο συνολικός χώρος πώλησης να φθάσει τα 15.000 τ.μ.


Σημεία πώλησης

Οι καταναλωτές δείχνουν πλέον μεγαλύτερη προτίμηση σε σχέση με το παρελθόν σε εξειδικευμένα μαγαζιά, όπου συνήθως η ποικιλία των προσφερομένων προϊόντων είναι μεγαλύτερη και μπορούν να βρουν ευκολότερα τοπικά προϊόντα, καθώς και το προσωπικό είναι θέση να τους δώσει πληροφορίες και συμβουλές σχετικά με τις αγορές τους. Βέβαια, είναι γεγονός ότι οι καταναλωτές προτιμούν για τις βασικές αγορές τους κυρίως τα σούπερ μάρκετ και τα εκπτωτικά καταστήματα. Αυτό οφείλεται αφενός στις χαμηλότερες τιμές, αλλά και στην πληθώρα καταστημάτων που υπάρχουν σχεδόν σε κάθε γειτονιά, σε αντίθεση με τα καταστήματα πώλησης αποκλειστικά βιολογικών προϊόντων. Επιπλέον, η ποικιλία των προσφερόμενων βιολογικών προϊόντων στα σούπερ μάρκετ έχει αυξηθεί αισθητά, ώστε να καλύπτει ανάγκες και απαιτητικών καταναλωτών. 

Τα σημεία και οι τρόποι πώλησης βιολογικών προϊόντων που παρουσίασαν την μεγαλύτερη αύξηση στις πωλήσεις τους το 2009 ήταν μέσω e-commerce (+20,2%), τα καταστήματα καλλυντικών και ειδών περιποίησης με +17,7%, απευθείας από τους παραγωγούς (+4,3%) και ο κλάδος εμπορίου βιολογικών προϊόντων (2,2%). 

Σήμερα λειτουργούν σε όλη τη Γερμανία 550 υποκαταστήματα από 20 διαφορετικές αλυσίδες βιολογικών σούπερ μάρκετ. Οι κυριότερες ενώσεις παραγωγών βιολογικών προϊόντων στη Γερμανία, σύμφωνα με τα στοιχεία για το 2009, ήταν κατά σειρά σπουδαιότητας οι Bioland, Naturland, Demeter, Biokreis και Biopark. Συνολικά η έκταση που καλλιεργήθηκε για την παραγωγή βιολογικών προϊόντων το 2009 ήταν 653.339 εκτάρια (5,6% της συνολικής καλλιεργούμενης έκτασης), ενώ πέρσι ήταν 621.038 εκτάρια.

Σημαντικότερες εταιρείες του κλάδου στο 2009 αναδείχθηκαν οι Dennree και Rapunzel, οι οποίες αύξησαν τα κέρδη τους. Ένα χαρακτηριστικό εξάλλου της χρονιάς όσον αφορά την αγορά βιολογικών προϊόντων ήταν η έμφαση στα τοπικά προϊόντα. Οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ καθώς και τα εκπτωτικά καταστήματα προσφέρουν στους καταναλωτές όλο και περισσότερα προϊόντα παραγωγών της εκάστοτε περιοχής, λανσάροντάς τα ως πιο φρέσκα και ποιοτικά.  

Η εταιρεία ηγέτης στην αγορά των βιολογικών προϊόντων της Γερμανίας είναι η Dennree, η οποία αύξησε τα κέρδη της κατά 10% το 2009, φτάνοντας τα 368 εκατ. ευρώ. Διατηρεί 50 εξειδικευμένα καταστήματα με την επωνυμία «denn’s-Biomarkt», εκ των οποίων τα 8 λειτούργησαν για πρώτη φορά το 2009, ενώ προτίθεται να ανοίξει 10 νέα καταστήματα μέσα στο 2010. Όσον αφορά το χονδρεμπόριο, η Dennree προμηθεύει περί τα 1.500 μεμονωμένα καταστήματα και σούπερ μάρκετ βιολογικών ειδών στη Γερμανία, την Αυστρία, ο Λουξεμβούργο και την Ιταλία, με πάνω από 10.000 διαφορετικά προϊόντα. Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1974 και έχει έδρα το κρατίδιο της Βαυαρίας.

Το αναγνωρισμένο ειδικό σήμα-σφραγίδα Bio-Siegel είναι το πλέον αναγνωρίσιμο από το καταναλωτικό κοινό και αποτελεί εγγύηση για την ποιότητα του βιολογικού προϊόντος. Σχετική έρευνα κατέγραψε την εμπιστοσύνη που επιφυλάσσουν οι Γερμανοί κατά 87% στο συγκεκριμένο σήμα. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν δοθεί πάνω από 50.000 σήματα Bio-Siegel σε ισάριθμα βιολογικά προϊόντα από 3.069 διαφορετικούς παραγωγούς. Οι κατηγορίες προϊόντων στις οποίες έχουν «απονεμηθεί» τα περισσότερα σήματα Bio-Siegel είναι προϊόντα τσαγιού, κακάο, καφέ, προϊόντων αρτοποιίας, μπαχαρικών καθώς και προϊόντων κρέατος και αλλαντικών. Μεταξύ άλλων παρόμοιων σημάτων-σφραγίδων που παρέχονται μέσω διαφόρων συνδέσμων και φορέων συγκαταλέγονται τα: Blaue Engel, Signet (Oekotest), Bioland, και BioBio (Plus). 

Ο κλάδος των βιολογικών προϊόντων στη Γερμανία παραμείνει ένας από τους πλέον δυναμικούς και από τους λίγους που μπορεί και αντέχει σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Τα συνολικά κέρδη της αγοράς βιολογικών προϊόντων το 2009 στη Γερμανία την κατατάσσουν πρώτη σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Εντούτοις, όσον αφορά το κατά κεφαλήν κέρδος η Γερμανία καταλαμβάνει την τέταρτη θέση, ενώ η πρωτιά ανήκει στη Δανία, με την Αυστρία και το Λουξεμβούργο να ακολουθούν στη δεύτερη και την τρίτη θέση αντίστοιχα. Όσον αφορά τη συνολική έκταση των καλλιεργειών, η Γερμανία καταλαμβάνει την τρίτη θέση στην Ευρώπη μετά την Ιταλία και την Ισπανία. Ως ποσοστό όμως η κατάταξη είναι αρκετά διαφορετική, καθώς την πρώτη θέση κατέχει η Αυστρία με 11,7% της συνολικής καλλιεργειών αγροτικών προϊόντων, ακολουθούμενη από χώρες όπως η Λετονία, η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Τσεχία, ενώ η Γερμανία βρίσκεται αρκετά χαμηλότερα, με ποσοστό 5,1%.


Καταναλωτικές συμπεριφορές

Τα τελευταία χρόνια, οι Γερμανοί καταναλωτές στρέφονται όλο και περισσότερο προς τα βιολογικά προϊόντα, κυρίως λόγω οικολογικών ευαισθησιών. Ένα ποσοστό 86% προβάλλει ως σημαντικότερη αιτία την προστασία του περιβάλλοντος και τις καλές συνθήκες διαβίωσης των ζώων. Άλλοι σημαντικοί παράγοντες αποτελούν επίσης η γεύση και η συμβολή τους στην υγιεινή διατροφή. Επίσης σε ποσοστό 66% πρώτη προτεραιότητα θεωρείται η αποφυγή κατανάλωσης προϊόντων με υπολείμματα φυτοφαρμάκων, ειδικά σε αυγά, φρούτα, λαχανικά, γαλακτοκομικά, πατάτες και προϊόντα αρτοποιίας. Τέλος, σημαντικό ρόλο αποδίδουν οι Γερμανοί καταναλωτές στη στήριξη των τοπικών παραγωγών, δηλώνοντας την προτίμησή τους στα προϊόντα που προέρχονται από την εγχώρια παραγωγή. 

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας των συνηθειών του γερμανικού καταναλωτικού κοινού όσον αφορά την αγορά βιολογικών προϊόντων, διαπιστώθηκε ότι το 50% περίπου της κατανάλωσης αυτής αφορά φρούτα και λαχανικά. Ακολουθούν δημητριακά, αυγά, γαλακτοκομικά, πουλερικά, μπαχαρικά, λίπη και έλαια. Τα περιθώρια, συνεπώς, για την αύξηση των εξαγωγών της χώρας μας προς τη Γερμανία όσον αφορά τα βιολογικά προϊόντα είναι αξιόλογα, καθώς αυτά επικεντρώνονται κυρίως στα αγροτικά προϊόντα που κατεξοχήν παράγει και εξάγει η χώρα μας. Συγκεκριμένα, για τα βιολογικά λαχανικά παρατηρήθηκε αύξηση της κατανάλωσης κατά 7% το 2009. Τη σημαντικότερη θέση κατέχουν τα καρότα με 49,8%, ακολουθούμενα από τις τομάτες (12,1%) και τα αγγούρια (4,9%). Αντίθετα μείωση κατά 5% παρατηρήθηκε στην κατανάλωση βιολογικών φρούτων το 2009. Δημοφιλέστερα φρούτα ήταν, όπως και τις προηγούμενες χρονιές, οι μπανάνες με 43,4 % και ακολουθούν τα μήλα (15,3%), τα λεμόνια (13%) και τα πορτοκάλια (10,2%). 

Αξίζει να δοθεί έμφαση σε δύο προϊόντα, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους Έλληνες παραγωγούς/εξαγωγείς, τα βιολογικά κρασιά και το ελαιόλαδο.

Βιολογικά κρασιά

Σε ολόκληρο τον κόσμο οι καταναλωτές κρασιών όλο και περισσότερο κατευθύνονται προς τα βιολογικά. Μεγάλες επιχειρήσεις από τον κλάδο αυτόν αναφέρουν ότι η πορεία εξέλιξης των βιολογικών κρασιών είναι εξαιρετικά ανοδική. Το μερίδιο των βιολογικών κρασιών στην συνολική ευρωπαϊκή παραγωγή διαμορφώθηκε στο 5% και το μερίδιο στις πωλήσεις στο 3%.

Η Γερμανία είναι μία χώρα με ιδιαίτερη δυναμική στα βιολογικά κρασιά. Συμμετέχει στην παγκόσμια αγορά βιολογικού κρασιού κατά περίπου 40%. Στις προτιμήσεις των Γερμανών προηγείται το κόκκινο κρασί, ανεξάρτητα από το αν είναι βιολογικό ή συμβατικό. Το ποσοστό συμμετοχής του κόκκινου κρασιού στη συνολική γερμανική αγορά οίνου είναι περίπου το 50% και ακολουθούν το λευκό με 42% και το ροζέ με 8%.

Στο 2009, σε αντίθεση με άλλους κλάδους βιολογικών προϊόντων, δεν παρατηρήθηκε μεταβολή του τζίρου στο κλάδο του βιολογικού κρασιού σε σχέση με το 2008 και ως βασική αιτία οι ειδικοί προβάλλουν το γεγονός ότι λόγω οικονομικής κρίσης, ναι μεν περιορίστηκε σημαντικά η κατανάλωση βιολογικών κρασιών στα διάφορα εστιατόρια, αντίθετα όμως αυξήθηκε η ζήτηση αυτών και η κατανάλωσή τους στο σπίτι. Αύξηση ζήτησης παρατηρήθηκε στα βιολογικά κρασιά με τιμές κάτω από 4,99 ευρώ και μείωση σε αυτά των 7-9 ευρώ. Ως αποτέλεσμα οι τιμές εισαγομένων βιολογικών κρασιών από Ισπανία, Γαλλία και Ιταλία μειώθηκαν ελαφρώς.

Άλλες σημαντικές χώρες προέλευσης βιολογικών κρασιών είναι η Ισπανία, όπου τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των παραγωγών που μεταβαίνει από τη συμβατική στη βιολογική καλλιέργεια (με στόχο τις αποκλειστικές εξαγωγές αυτών προς Γερμανία, Σκανδιναβικές χώρες, Ολλανδία, Βέλγιο), καθώς και οι ΗΠΑ, η Αυστρία, η Γαλλία και η Ιταλία.

Η ιδιαίτερη ανάπτυξη στη Γερμανία στον τομέα των βιολογικών κρασιών οφείλεται κυρίως στην εξέλιξη των εξειδικευμένων σούπερ μάρκετ βιολογικών προϊόντων όπου διατίθεται όλη η γκάμα των προϊόντων και ιδιαίτερα βιολογικό κρασί. Αυτή τη στιγμή στην Γερμανία υπάρχουν συνολικά 500 βιολογικά σούπερ μάρκετ, με την αλυσίδα Alnatura να εξακολουθεί να ηγείται του κλάδου και να ακολουθεί το Basic. Συνολικά σε όλη την αγορά πουλήθηκαν στο 2009 περίπου 700.000 φιάλες βιολογικού κρασιού. Στις πωλήσεις κρασιών στη Γερμανία εξακολουθεί να προηγείται η Ιταλία, ακολουθούμενη από την Γαλλία και την Ισπανία, αλλά και οι πωλήσεις γερμανικών κρασιών αυξήθηκαν, ενώ οι πωλήσεις κρασιών προέλευσης χωρών εκτός Ε.Ε. παραμένουν σταθερές. 

Βιολογικό ελαιόλαδο

Οι κυριότεροι προμηθευτές της Γερμανίας είναι η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα και ακολουθούν η Κύπρος, η Αλβανία και μικρότερες ποσότητες από Χιλή, Αυστραλία, Σαουδική Αραβία και Παλαιστίνη. Περίπου το 30% των βιολογικών ελαιόδεντρων καλλιεργείται στην Ιταλία, ενώ σημαντικός αριθμός υπάρχει στην Ισπανία και στην Τυνησία.