Prof. Carlo Leifert - Η βιολογική γεωργία... κάνει την διαφορά


Prof. Carlo Leifert (Professor of Ecological Farming) at Newcastle University's Nafferton Ecological Farm in Northumberland

Η έρευνα ορόσημο που διεξήχθη από το πανεπιστήμιο του Νιούκαστλ δείχνει πως υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στα βιολογικά και μη-βιολογικά αγροτικά προϊόντα.  
Μια καινούργια επιστημονική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο British Journal of Nutrition δείχνει πως υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη διατροφική σύσταση και ποιότητα ανάμεσα στις βιολογικές και μη-βιολογικές καλλιέργειες, όπως των λαχανικών, φρούτων και δημητριακών.

Οι πιο σημαντικές διαφορές που αποκαλύπτονται στη μελέτη είναι:
  1. ·         υψηλότερη συγκέντρωση αντιοξειδωτικών.
  2. ·         χαμηλότερα επίπεδα σε κάδμιο, νιτρικό και νιτρώδες.
  3. ·        λιγότερα υπολείμματα φυτοφαρμάκων στις βιολογικές καλλιέργειες συγκριτικά με τις μη-βιολογικές.


Η μελέτη είναι η πιο επικαιροποιημένη ανάλυση της περιεκτικότητας των θρεπτικών ουσιών στα βιολογικά συγκριτικά με τα τρόφιμα συμβατικής παραγωγής, λαμβάνοντας υπόψη αποτελέσματα πολύ περισσότερων μελετών απ’ ότι προηγούμενες αναλύσεις. Τα πορίσματα είναι το αποτέλεσμα μιας ρηξικέλευθης, καινούριας και συστηματικής
βιβλιογραφικής ανασκόπησης και μετα-ανάλυσης από μια διεθνή ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής τον καθηγητή Κάρλο Λέιφερτ από το πανεπιστήμιο του Νιούκαστλ.
Αυτή η μελέτη έρχεται σε αντίθεση με κάποιες προηγούμενες μελέτες, συγκεκριμένα με τα πορίσματα μιας μελέτης από την Υπηρεσία Προτύπων Τροφίμων (ΥΠΤ) του Ηνωμένου Βασιλείου (UK Food Standards Agency-FSA) το 2009 (Dangour et al. Am. J. Clin Nutr. 90, 680-685).

Η νέα ανάλυση των βιολογικών καλλιεργειών βασίζεται σε 343 δημοσιεύσεις, που εστιάζουν αποκλειστικά σε βιολογικές καλλιέργειες, φρούτα και λαχανικά, ενώ τα αποτελέσματα της μελέτης της ΥΠΤ βασίστηκαν μόνο σε 46 δημοσιεύσεις που κάλυπταν καλλιέργειες, κρέας και γαλακτοκομικά προϊόντα. Με πάνω από τις μισές δημοσιεύσεις που συμπεριλαμβάνονται στη νέα ανάλυση να έχουν δημοσιευτεί από το 2006 και μετά (και επομένως να μην είναι διαθέσιμες στους ερευνητές της ΥΠΤ και σε άλλες παλιότερες μελέτες), αυτή η ανάλυση αποτελεί ορόσημο στην προώθηση της γνώσης μας σχετικά με αυτό το θέμα.

Καθώς οι άνθρωποι πρέπει να εξακολουθούν να καταναλώνουν πέντε μερίδες φρούτων και λαχανικών τη μέρα, η μελέτη αυτή δείχνει ότι η επιλογή τροφίμων από παραγωγές με βιολογικά πρότυπα μπορεί να οδηγήσει στην αυξημένη πρόσληψη αντιοξειδωτικών χωρίς την αύξηση πρόσληψης θερμίδων. Με αυξημένη ποσότητα θρεπτικών ουσιών και αντιοξειδωτικών, κάθε μπουκιά φρούτων και λαχανικών που παράγονται με βιολογικό τρόπο έχει μεγαλύτερη αξία. Το γεγονός αυτό αποτελεί μια σημαντική προσθήκη στο σύνολο των πληροφοριών που είναι διαθέσιμο στους καταναλωτές.

Η ανάλυση δείχνει ότι η ποιότητα των τροφίμων επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό από τον τρόπο που παράγονται και ότι οι βιολογικές μέθοδοι καλλιέργειας οδηγούν σε χημικές ενώσεις με αυξημένα επίπεδα επιθυμητών θρεπτικών ουσιών και σε ενώσεις με χαμηλή περιεκτικότητα ανεπιθύμητων. Συγκεκριμένα, υπάρχουν όλο και περισσότερα στοιχεία πως υψηλότερα επίπεδα χημικά παρασκευασμένων λιπασμάτων, ιδίως λιπασμάτων με βάση το άζωτο και το φωσφορικό άλας τα οποία απαγορεύονται ή είναι αυστηρά περιορισμένα από τα πρότυπα βιολογικής καλλιέργειας, οδηγούν σε σημαντικά χαμηλή περιεκτικότητα αντιοξειδωτικών στις συμβατικές καλλιέργειες.

Η βιολογική καλλιέργεια απαγορεύει τη χρήση συνθετικών χημικών λιπασμάτων και προωθεί τη χρήση ισορροπημένων θρεπτικών ουσιών στις καλλιέργειες, στην αμειψισπορά και στις μηχανικές, βιολογικές και καλλιεργητικές μεθόδους για τον έλεγχο ζιζανίων, παρασίτων και ασθενειών. Έτσι εξηγούνται τα ελάχιστα περιστατικά μολύνσεων από φυτοφάρμακα στις βιολογικές καλλιέργειες συγκριτικά με τις συμβατικές που βρέθηκαν στη μελέτη και αποδεικνύεται ότι η κατανάλωση βιολογικών τροφίμων είναι ένας καλός τρόπος ώστε να ελαττωθεί η έκθεση των τροφίμων στα φυτοφάρμακα.


Περισσότερα αντιοξειδωτικά
Οι βιολογικές καλλιέργειες αλλά και τα φυτικά προϊόντα βρέθηκαν να έχουν σημαντικά υψηλότερη συγκέντρωση αντιοξειδωτικών, συμπεριλαμβάνοντας φαινολικά οξέα, φλαβανόλες, στιλβένες, φλαβόνες, φλαβονόλες και ανθοκυανίνες συγκριτικά με τα συμβατικώς παραγόμενα αντίστοιχα τρόφιμα. Η μέση ποσοστιαία διαφορά για τις περισσότερες αντιοξειδωτικές ενώσεις ήταν ανάμεσα στο 18% και πάνω και 69%. Μικρότερες, στατιστικά σημαντικές ωστόσο, συστατικές διαφορές εντοπίστηκαν επίσης και σε έναν αριθμό καροτενοειδών και βιταμινών.

Η στροφή στα βιολογικά φρούτα, λαχανικά και δημητριακά, αλλά και σε τρόφιμα που παρασκευάζονται από αυτά, μπορεί να οδηγήσει σε μια αύξηση της τάξεως του 20% - 40% στην κατανάλωση φυτικών αντιοξειδωτικών χωρίς καθόλου αύξηση σε θερμίδες. Αυτό είναι σημαντικό καθώς υπάρχουν σοβαρές επιστημονικές ενδείξεις της ευεργετικής δράσης στην από την αυξημένη κατανάλωση (πολύ)φαινολικών και άλλων φυτικών δευτερογενών μεταβολιτών με αντιοξειδωτική δράση, ιδίως προστασία ενάντια σε χρόνιες παθήσεις, συμπεριλαμβάνοντας καρδιακά και νευροεκφυλιστικά νοσήματα και κάποιες μορφές καρκίνου.



Λιγότερο τοξικά μέταλλα

Στις βιολογικές καλλιέργειες εντοπίστηκαν ουσιαστικά λιγότερες συγκεντρώσεις μιας ομάδας τοξικών βαρέων μετάλλων, κυρίως κάδμιο, που ήταν σχεδόν 50% λιγότερο. Το κάδμιο, καθώς επίσης ο μόλυβδος και ο υδράργυρος, είναι οι μόνες τοξικές προσμείξεις μετάλλων για τις οποίες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέγιστα επιτρεπτά επίπεδα μόλυνσης στα τρόφιμα. Εφόσον είναι γνωστό ότι συσσωρεύεται στον οργανισμό, κυρίως στο ήπαρ και τους νεφρούς, η οποιαδήποτε μείωση στην κατανάλωση καδμίου μόνο θετικά αποτελέσματα μπορεί να έχει.

Βρέθηκε επίσης στις βιολογικές καλλιέργειες χαμηλότερη περιεκτικότητα αζώτου. Η συνολική συγκέντρωση αζώτου στις βιολογικές καλλιέργειες ήταν 10% λιγότερη, όπως επίσης λιγότερη ήταν και η συγκέντρωση νιτρικού κατά 30% και του νιτρώδους κατά 87% συγκριτικά με τις μη-βιολογικές καλλιέργειες. Η υψηλή συγκέντρωση σε νιτρικό και νιτρώδες στις μη-βιολογικές καλλιέργειες πιστεύεται πως συνδέεται με τη χρήση ανόργανων αζωτούχων λιπασμάτων, τα οποία απαγορεύονται αυστηρά υπό τα πρότυπα της βιολογικής καλλιέργειας. Επίσης, η υψηλή συγκέντρωση νιτρώδους σε μη-βιολογικές καλλιέργειες μπορεί να θεωρηθεί πως περιέχει ανεπιθύμητες θρεπτικές ουσίες, καθώς το νιτρώδες έχει χαρακτηριστεί ως δυνητικός παράγοντας κινδύνου για τον καρκίνο του στομάχου και άλλων παθήσεων.

Λιγότερα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων
Επίσης παρουσιάστηκαν φυτοφάρμακα στη μελέτη. Η συχνότητα εμφάνισης των φυτοφαρμάκων που εντοπίστηκαν βρέθηκε να είναι 4 φορές μεγαλύτερη στις μη-βιολογικές καλλιέργειες. Η μεγαλύτερη διαφορά εντοπίστηκε στα φρούτα με τη συχνότητα των καταλοίπων των φυτοφαρμάκων να είναι περίπου 7 φορές υψηλότερη απ’ ότι στα βιολογικά φρούτα. Στα μη-βιολογικά λαχανικά και στα μεταποιημένα φυτικά τρόφιμα η συχνότητα των καταλοίπων των φυτοφαρμάκων ήταν 3 με 4 φορές υψηλότερη απ’ ότι στα βιολογικά.

Γνωρίζοντας ότι τα βιολογικά τρόφιμα περιέχουν χαμηλότερα επίπεδα φυτοφαρμάκων ήδη αποτελεί έναν βασικό παράγοντα που παρακινεί κάποιους καταναλωτές να επιλέγουν βιολογικά τρόφιμα, επομένως αυτή η πρόσθετη ένδειξη είναι χρήσιμη για τις επιλογές των καταναλωτών.

Αν και χρειάζονται περισσότερες έρευνες ώστε να αποσαφηνιστούν τα οφέλη για την υγεία από τη μείωση της έκθεσης στα φυτοφάρμακα, η οποιαδήποτε ελάττωση μπορεί να θεωρηθεί επιθυμητή, αφού είναι γνωστό ότι ένα σημαντικό μέρος των δειγμάτων από μη-βιολογικές καλλιέργειες που ελέγχονται από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ) (European Food Safety Authority-EFSA)  περιέχουν κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω από τα επιτρεπτά όρια. Για παράδειγμα, σε πρόσφατες έρευνες της ΕΑΑΤ τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων πάνω από τα Ανώτατα Όρια Υπολειμμάτων (ΑΟΥ) (Maximum Residue Levels-MRL) βρέθηκαν να είναι 6,2% σε δείγματα από σπανάκι, 3,8% σε βρώμη, 3% σε πορτοκάλι, 2,9% σε φράουλα και μαρούλι και 2,7% σε μήλο. Το γεγονός ότι τα φυτοφάρμακα βρίσκονται 2 φορές συχνότερα σε μη-βιολογικά φρούτα απ’ ότι σε μη-βιολογικά λαχανικά είναι επίσης σημαντικό και ενδεχομένως να δείχνει τη μεγαλύτερη χρήση ανθεκτικών χημικών και φυτοφαρμάκων στις καλλιέργειες των φρούτων καθώς πλησιάζουμε την περίοδο της συγκομιδής.


Ανάγκη για περισσότερες μελέτες.
Στη μελέτη αυτή εντοπίστηκαν σοβαρές παραλείψεις σε ένα μεγάλο μέρος ήδη δημοσιευμένων μελετών. Αυτές συμπεριλαμβάνουν ελλείψεις τυποποιημένων μετρήσεων και αναφορών όπως και ενδείξεις ότι συγκεντρωμένα δεδομένα από πειράματα επαναλαμβάνονταν ή αναφέρονταν επιλεκτικά. Οι στατιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν στη μελέτη του πανεπιστημίου του Νιούκαστλ ήταν ανώτερες σε σχέση με παλαιότερες ερευνητικές συνθέσεις που δεν ισοστάθμισαν τη συνεισφορά μεγαλύτερων έναντι μικρότερων μελετών. Παλαιότερες συνθέσεις είχαν λιγότερες ενδείξεις και δεν αιτιολογούσαν το σύνολο των πληροφοριών, χρησιμοποιούσαν λιγότερο αξιόπιστες μεθοδολογίες και κριτήρια συγκατάταξης όπως επίσης και κάποιες συμπεριελάμβαναν αποτελέσματα από το ίδιο πείραμα πολλές φορές.

Αναφερόμενος στην έρευνα, ο καθηγητής Λέιφερτ δήλωσε: «Η αντιπαράθεση ανάμεσα στα βιολογικά και μη-βιολογικά δεν έχει σταματήσει εδώ και δεκαετίες αλλά οι ενδείξεις από αυτή τη μελέτη είναι συντριπτικές. Τα βιολογικά τρόφιμα είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά με ελάχιστα τοξικά μέταλλα και φυτοφάρμακα. Αυτή η μελέτη ωστόσο θα πρέπει απλά να λειτουργήσει σαν σημείο έναρξης. Αναμφίβολα έχουμε δείξει πως υπάρχουν διαφορές στη σύσταση ανάμεσα στις βιολογικές και συμβατικές καλλιέργειες, τώρα όμως υπάρχει η επιτακτική ανάγκη να διεξαχθούν σωστά ελεγχόμενες μελέτες κοόρτης για την παρέμβαση στη διατροφή του ανθρώπου αποκλειστικά σχεδιασμένες να εντοπίζουν και να προσδιορίζουν ποσοτικά τις επιπτώσεις που έχει στην υγεία η στροφή στα βιολογικά προϊόντα».   

Το περιοδικό μας, θέλει ευχαριστήσει τον καθηγητή Λέιφερτ για την ευγενική παραχώρηση της έρευνας, στο περιοδικό μας.   

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Biomag τεύχος 1. Δείτε εδώ